30/12/06

Φονιάδες των λαών... άνθρωποι

Σήμερα είδα την ταινία Hotel Rwanda. Προσπαθώ να γράψω πράγματα που δε θα ακουστούν τετριμμένα ή σαχλά αλλά δε γίνεται. Όσοι δε την έχετε δει σας τη συστήνω. Η Rwanda σπαράσσεται από τον εμφύλιο για πολλά χρόνια. Άκουγα και εγώ στα δελτία ειδήσεων για τη διαμάχη των αντιτιθέμενων πλευρών, των Τούτσι και των Χούτου. Υπέθετα, μιας και τα καλά μας κανάλια ποτέ δε θεώρησαν καλό να μας δώσουν ένα μικρό έστω ιστορικό της διαμάχης τους, ότι τα αντίπαλα στρατόπεδα θα πολεμάνε για τις συνήθεις διαφορές που ευθύνονται για τους εμφυλίους. Διαφορετικές θρησκείες, πολιτικές διαφορές, άλλες γλώσσες, ήθη και έθιμα, διαφορετικό φυλετικό ιστορικό. Κι όμως. Τίποτα απ’όλα αυτά.

H Rwanda κάποτε ήταν Βελγική αποικία. Όταν αυτοί οι ευγενείς αποικιοκράτες θα βαρέθηκαν τη ζωή τους, να αρμέγουν το φυσικό πλούτο (όποιος κι αν ήταν αυτός) της χώρας, να κάνουν τις δεξιώσεις τους, να καταδυναστεύουν το λαό, να σκοτώνουν for sport, να βιάζουν και να λεηλατούν ασύδοτα, μετά από όλη αυτή την αφόρητη ρουτίνα λοιπόν, σκέφτηκαν ένα νέο παιχνίδι. Είπαν μια μέρα να «μετρήσουν» την ομορφιά και τα χαρακτηριστικά των ντόπιων. Ναι, σωστά διαβάσατε. Αποφάσισαν, να θέσουν κανόνες, να πάρουν τη μεζούρα ανά χείρας και να διαλέξουν με ποιους από τους «απολίτιστους» ιθαγενείς θα μπορούσαν έστω να σταθούν υποφερτά γύρω τους. Άρχισαν να μετράνε ποιοί είχαν τις λεπτότερες μύτες, πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα, καλύτερη υγεία, πιο καλοχτισμένα σώματα και άλλα παρεμφερή και αποφάσισαν ό,τι αυτοί είναι οι Τούτσι. Οι υπόλοιποι, οι «ελαττωματικοί», ήταν οι Χούτου. Βλέπετε, μάλλον είχαν βαρεθεί τόσο που είχαν αρχίσει να σκέφτονται να την κάνουν σιγά-σιγά. Και εφόσον θα έφευγαν θα έπρεπε να αφήσουν την εξουσία σε κάποιους. So thoughtful of them. Φυσικά, δε μπορούσαν να δώσουν τα αξιώματά τους σε όποιον κι όποιον. Έπρεπε να συμβιβαστούν με τους «αράπηδες» αλλά τους «όμορφους» τουλάχιστον ρε παιδί μου. Αναρωτιέμαι μόνο αν κάνανε διαχωρισμό και στις γυναίκες και τα παιδάκια που βιάζανε. Ήταν άραγε από τους «όμορφους» ή εκεί όντως ο λαός της Rwanda ήταν ενωμένος; Ακόμα καλύτερα μάλλον, θα τους έκανε να αισθάνονται πιο «βρώμικοι», αν με πιάνετε, σωστά;

Έτσι λοιπόν, δώσανε αξιώματα στους Τούτσι. Οι Χούτου έγιναν οι απόκληροι, οι παρίες της χώρας. Αποκλεισμένοι από κάθε ελπίδα να ανελιχθούν κοινωνικά δεν είχαν άλλη επιλογή παρά μόνο την εξέγερση. Από εκεί και πέρα μπορείτε να φανταστείτε τη συνέχεια. Ο εμφύλιος ήταν αναπόφευκτος. Στο σχετικά μικρό διάστημα που κράτησαν οι εχθροπραξίες και εξελίσσεται η ταινία ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα 1.000.000 νεκρούς. Την ίδια ώρα φυσικά οι Βέλγοι βρίσκονταν πολύ μακριά, στη πατρίδα τους, πίνοντας τσάι και κουνώντας συγκαταβατικά το κεφάλι τους σ’αυτά που θα έβλεπαν στη τηλεόρασή τους. Και δεν ήταν οι μόνοι. Εγώ και εσείς το ίδιο κάναμε. Η διεθνής κοινότητα (άλλο ανέκδοτο αυτό), αδιαφόρησε επιδεικτικά. Η Rwanda μάλλον δε πρέπει να είχε κάποιο ιδιαίτερο στρατηγικό ενδιαφέρον. Ό,τι φυσικό πλούτο πρέπει να είχε θα πρόλαβαν να τον στραγγίξουν οι Βέλγοι, οι υπόλοιποι, why bother?

Τα παραδείγματα στη παγκόσμια ιστορία είναι άπειρα. Η αποικιοκρατία υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και στο μέλλον. Πόλεμοι μαίνονται και σήμερα γύρω μας και ας μην αναφερθώ καλύτερα στο παρελθόν γιατί να νούμερα είναι κολοσσιαία και τρομακτικά. Αλλά ξέρετε τί είναι αυτό που αλλάζει; Κάθε φορά φαίνεται ό,τι το ανθρώπινο γένος βρίσκει και ένα πιο διασκεδαστικό και πρωτότυπο τρόπο για να σκοτώνεται. Διεκδικήσεις γης, ο λεγόμενος ζωτικός χώρος, θρησκεία, πολιτική. Τώρα βάζουμε καινούρια στοιχεία στο παιχνίδι. Ποιός είναι πιο όμορφος, έχει καλύτερη μύτη, ωραιότερη φωνή, σφιχτό πισινό, μακριά πόδια, λαμπερά μαλλιά και άσπρα δόντια. Αύριο ποιός ξέρει; Αυτός που παίζει καλύτερη μπάλα, είναι καλύτερος φωτογράφος, τραγουδάει καλύτερα, πληκτρολογεί γρηγορότερα. Σα να το βλέπω μπροστά μου σε διαφήμιση telemarketing με τον εκφωνητή να ουρλιάζει: “The possibilities are endless!”. Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών είναι μια πείνα που φαίνεται να μας πιάνει να δημιουργούμε κατηγορίες ανθρώπων και να τους χωρίζουμε σε ομάδες, και όχι μόνο αυτό αλλά και να τους κάνουμε να αλληλομισιούνται κιόλας αν οι «άλλοι» είναι «καλύτεροι».

Σκέφτομαι όμως το εξής που με τρομάζει ακόμα περισσότερο. Εγώ μήπως θα έκανα κάτι άλλο; Αν με πήγαιναν σε μια χώρα τους κατοίκους της οποίας με είχαν μάθει από μικρό παιδί να τους θεωρώ κατώτερους και από ζώα θα συμπεριφερόμουν αλλιώς; Αν είχα τη δυνατότητα να ικανοποιήσω όλες μου τις ορμές και να μη λογοδοτήσω ποτέ σε κανένα θα αντιστεκόμουν; Ποιά είναι τα ηθικά μου όρια και πού τελειώνουν; Είναι εύκολο να λέω γεμάτος αποστροφή «ανώμαλους» και «τέρατα» τους άλλους αλλά δε γνωρίζω αυτό που κρύβω μέσα μου. Ας μη ξεχνάμε ό,τι κατά βάση είμαστε και εμείς κτήνη, ζώα που υπακούν στα βασικά τους ένστικτα. Αυτοσυντήρηση και αναπαραγωγή. Ίσως δε χρειάζεται και πολύ για όλους μας να ξεφύγουμε έστω και για λίγο από τη φωνή που έχουμε μάθει να λέμε «ηθική» για να εξυπηρετήσουμε τα ένστικτά μας. Από εκεί και πέρα, ποιός ξέρει. Ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος από καλές προθέσεις λέει ένα εξαίσιο ρητό.

Γι’αυτό και ο τίτλος του post. Έχουμε συνηθίσει να ακούμε το φονιάδες των λαών Αμερικάνοι, αλλά στη πραγματικότητα είναι Αιγύπτιοι, Ιταλοί, Αργεντινοί, Ισπανοί, Κινέζοι, Έλληνες, Σομαλοί, Αυστραλοί, Ιάπωνες και λίστα συνεχίζεται. Ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει ιστορίες θηριωδιών να διηγείται και να υπερηφανεύεται άσχετα πόσο όμορφα και λουστραρισμένα τις παρουσιάζουν τα βιβλία της Ιστορίας τους.



Ο πραγματικός ήρωας στον οποίο βασίστηκε η ταινία, Paul Rusesabagina,
με τον ηθοποιό που τον υποδύθηκε Don Cheadle

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Για άλλη μια φορά ένα εξαίσιο άρθρο από τον αγαπημένο μου bloggerά! Πέραν των θεμάτων που θίγεις, τα γράφεις και πολύ ωραία ρε μπαγάσα. Δηλαδή έχοντας ένα ευχάριστο αλλά συνάμα (εε; καλό;) σκληρό τρόπο έκφρασης, διασκεδάζεις και ταυτόχρονα προβληματίζεις το κοινό θέτοντάς του σοβαρά ζητήματα. Σοβαρολογείς ευχάριστα θα έλεγα!

Θα με ενδιέφερε στο επόμενό σου άρθρο να διαβάσω κάτι σχετικό με αυτές τις ορμές κι ένστικτα που αναφέρεις στο παρόν. Θα ήταν επιμορφωτικό και ψυχαγωγικό νομίζω, έτσι να δώσεις μια πιο ανάλαφρη αίσθηση στο blog σου, ένα διάλειμμα ας πούμε. Και μετά επιστρέφεις στο γνώριμο και πολλά υποσχόμενο γράψιμό σου!

Jimmakos, ποιός άλλος;